Widget Image
Κορίνθου 210-212, 2ος όροφος

Δευτέρα 7:30 – 14:30 & 17:30 – 21:00

Τρίτη 7:30 – 14:30 & 17:30 – 21:00

Τετάρτη 7:30 – 14:30

Πέμπτη 7:30 – 14:30 & 17:30 – 21:00

Παρασκευή 7:30 – 14:30 & 17:30 – 21:00

Σάββατο 9:00-14:00 (COVID TEST)

ΑΝΝΑ Ν. ΜΑΣΤΟΡΑΚΟΥ - ΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΙΑΤΡΟΣ
Title Image

Εμμηνόπαυση

Αρχική  /  Παθήσεις  /  Εμμηνόπαυση
menopause

Εμμηνόπαυση

Η εμμηνόπαυση είναι η μόνιμη διακοπή της εμμήνου ρύσεως και της γονιμότητας, όντας μία φυσιολογική βιολογική διαδικασία και όχι μία νόσο. Θεωρείται ότι μια γυναίκα έχει μπει στην εμμηνόπαυση όταν η έμμηνος ρύση έχει σταματήσει για ένα έτος λόγω ανεπάρκειας των ωοθηκών. Οποιαδήποτε κολπική αιμόρροια ένα έτος μετά την τελευταία έμμηνο ρύση απαιτεί άμεση ιατρική διερεύνηση.

Πρόωρη Εμμηνόπαυση

Ιατρική κατάσταση (1%) όταν η εμμηνόπαυση συμβαίνει νωρίτερα από ότι αναμένεται < 40 έτη. Έχει συσχετισθεί με κληρονομικούς, αυτοάνοσους παράγοντες ή έκθεση σε χημικούς παράγοντες. Μπορεί να παρατηρηθεί και μετά από ιατρικές επεμβάσεις όπως η ολική υστερεκτομή και ωοθηκεκτομή, χημειοθεραπεία ή πυελική ακτινοθεραπεία.

Περι-εμμηνόπαυση

Χρονική περίοδος όπου η γυναίκα βιώνει τα εμμηνοπαυσιακά σημεία και συμπτώματα, ακόμα και εάν η περίοδός της διατηρείται. Τα επίπεδα των ορμονών αυξάνουν και πέφτουν. Η περιεμμηνόπαυση μπορεί να κρατήσει τέσσερα με πέντε χρόνια ή περισσότερα.

Μετεμμηνό-παυση

Ο χρόνος που ακολουθεί την εμμηνόπαυση. Οι ωοθήκες παράγουν όλο και λιγότερα οιστρογόνα και καθόλου προγεστερόνη, και η ωοθηκική ανεπάρκεια ολοκληρώνεται.

Περιγραφή

Η εμμηνόπαυση συμβαίνει καθώς οι ωοθήκες ανεπαρκούν να παράγουν ένα ωάριο κάθε μήνα, που ωστόσο μετά από μερικά χρόνια, οδηγεί στην χαοτική διακοπή της λειτουργίας όλου του αναπαραγωγικού συστήματος. Η διάλυση του προτύπου του μηνιαίου κύκλου οδηγεί τις αναπαραγωγικές ορμόνες να πέφτουν εκτός φάσης με τις υπόλοιπες και αυτό προκαλεί ακραίες και απρόβλεπτες διακυμάνσεις των επιπέδων ορισμένων αναπαραγωγικών ορμονών. Μετά από μερικά χρόνια ανώμαλης λειτουργίας, τα ωάρια σταματούν την παραγωγή οιστρογόνων, προγεστερόνης και τεστοστερόνης και όλο το αναπαραγωγικό σύστημα κλείνει. Σε μετεμμηνοπαυσιασκές γυναίκες, τα πιο σημαντικά ευρήματα είναι η αξιοσημείωτη ελάττωση στα επίπεδα της οιστραδιόλης Ε2 και της οιστρόνης Ε1. Οι υποφυσιακές ορμόνες θυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) και ωχρινοτρόπος ορμόνη (LH) αυξάνονται. Γύρω στο ένα τρίτο των γυναικών δεν έχουν αξιοσημείωτα συμπτώματα εκτός από ανωμαλία στην περίοδο που τελικά διακόπτεται. Άλλο ένα τρίτο των γυναικών έχουν μέτρια συμπτώματα. Το τελευταίο ένα τρίτο των γυναικών έχουν πολύ δυνατά συμπτώματα που τείνουν να έχουν μακρύτερη διάρκεια.

Υγιειονομική Μελέτη από το Μassachusetts Women’s

  • Μέση ηλικία έναρξης περιεμμηνόπαυσης: 46 έτη
  • Ηλικία έναρξης για το 95% των γυναικών: 39-51
  • Μέση διάρκεια περιεμμηνόπαυσης: 5 έτη
  • Διάρκεια για το 95% των γυναικών: 2-8 έτη
  • Μέση ηλικία εμμηνόπαυσης: 51,3 έτη (40-58 έτη)
  • Η πτώση της αναπαραγωγικής ικανότητας προηγείται της εμμηνόπαυσης κατά 5-10 χρόνια

Σημεία και συμπτώματα

  • Διαταραχές περιόδου
  • Υπογονιμότητα
  • Κολπική ξηρότητα και αλλαγές στη σεξουαλική επιθυμία
  • Αλλαγές στο ουρογεννητικό σύστημα
  • Αγγειοκινητικά συμπτώματα ([tippy title=”Εξάψεις”]Ως έξαψη περιγράφεται ένα ξαφνικό αίσθημα θερμότητας στο άνω τμήμα του σώματος, που συνοδεύεται από ερύθημα προσώπου, λαιμού και θώρακα, συνοδεύεται από κεφαλαλγία, αίσθημα παλμών, ναυτία, αίσθημα πνιγμού και λύεται με αίσθημα ψύχους και συχνά με ιδρώτα. Η διάρκεια του επεισοδίου μπορεί να ποικίλει από λίγα δευτερόλεπτα ως μερικά λεπτά και σπανιότατα ως μια ώρα. Είναι συχνότερα τη νύχτα, σε ζεστό περιβάλλον και σε περιόδους άγχους. Προκαλούνται από τις ορμονολογικές μεταβολές της εμμηνόπαυσης. Τα μειωμένα επίπεδα των οιστρογόνων έχουν άμεση επίδραση στον υποθάλαμο, το κέντρο του εγκεφάλου υπεύθυνο για τον έλεγχο της όρεξης, του ύπνου, των φυλετικών ορμονών και της θερμοκρασίας του σώματος.[/tippy], αίσθημα παλμών, νυκτερινή εφίδρωση)
  • Αλλαγές στο [tippy title=”Κεντρικό Νευρικό Σύστημα”]Οι υποδοχείς οιστρογόνων είναι άφθονοι στον εγκέφαλο. Τα οιστρογόνα πιστεύεται ότι παίζουν ρόλο σε πολλές εγκεφαλικές διαδικασίες, και η απουσία οιστρογόνων μπορεί να προκαλέσει συμπτωματικές ή μη μεταβολές. Τα οιστρογόνα είναι σημαντικά για την εγκεφαλική αγγειακή ροή, την παροχή γλυκόζης στον εγκέφαλο, τη συναπτική δραστηριότητα, την νευρωνική ανάπτυξη και την επιβίωση των χολινεργικών νευρώνων, όπως και σε σύνθετες λειτουργίες όπως η επίγνωση. Γενικά, τα οιστρογόνα έχουν μία θετική επίδραση στη διάθεση του ατόμου και συνεισφέρουν στην δημιουργία του αισθήματος της ευεξίας, που μπορεί να οφείλεται στη διέγερση των αδρενεργικών και σεροτονινεργικών συστημάτων.[/tippy] (διαταραχές ύπνου, έλλειψη συγκέντρωσης, κεφαλαλγίες, συναισθηματική αστάθεια, άγχος, ευερεθιστότητα, κατάθλιψη)
  • Αύξηση κοιλιακού λίπους
  • Λέπτυνση τριχών
  • Απώλεια της σφριγηλότητας των μαστών
  • Απώλεια του [tippy title=”κολλαγόνου”]Τα οιστρογόνα έχουν μία θετική επίδραση στο κολλαγόνο, πράγμα σημαντικό για τα οστά και για το δέρμα. Η απώλεια κολλαγόνου είναι πιο γρήγορη στα πρώτα λίγα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση, και 30% του δερματικού κολλαγόνου χάνεται μέσα στα πρώτα 5 χρόνια. Ο ρυθμός της απώλειας κολλαγόνου είναι περίπου 2% ανά έτος για τα πρώτα 10 χρόνια μετά την εμμηνόπαυση.[/tippy] του δέρματος προκαλεί ξηροδερμία και ρυτίδωση.

Εργαστηριακός έλεγχος και διάγνωση

Διενεργείται έλεγχος εμμηνόπαυσης (FSH, LH, E2) στην αρχή του κύκλου (2η-5η ημέρα κύκλου) ώστε να ελεγχθεί η λειτουργικότητα των ωοθηκών. Αυτός ο έλεγχος διενεργείται σε γυναίκες > 40 ετών με διαταραχές στην ΕΡ, με προκλιμακτήρια κλινικά συμπτώματα. Αύξηση στα επίπεδα FSH, LH και ελάττωση στα επίπεδα οιστρογόνων (Ε2, Ε1) σηματοδοτούν την ανεπάρκεια ωοθηκών ή εμμηνόπαυση. To επίπεδο της Ε2 είναι χαμηλότερο από ότι το επίπεδο της Ε1. Τα επίπεδα Ε1 παράγεται πρωτογενώς από περιφερική αρωματοποίηση των ανδρογόνων, γεγονός που δεν επηρεάζεται δραματικά από την εμμηνόπαυση. Τα μετεμμηνοπαυσιακά επίπεδα της Ε2 είναι συνήθως 15 pg/mL και κυμαίνονται από 10-25 pg/mL. Τα επίπεδα E1 συνήθως είναι 30 pg/mL αλλά μπορεί να είναι ψηλότερα σε παχύσαρκες γυναίκες, επειδή η αρωματοποίηση αυξάνεται αναλογικά με την μάζα του λιπώδους ιστού.

Μπορεί να ζητηθεί μία εξέταση αίματος να προσδιοριστούν τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών, επειδή ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όμοια με εκείνα της εμμηνόπαυσης.

Παράγοντες κινδύνου

Παράγοντες κινδύνου
Οικογενείς γενετικοί παράγοντες
Φαίνεται ότι μητέρες και κόρες τείνουν να έχουν εμμηνόπαυση στην ίδια ηλικία.
KάπνισμαΤο κάπνισμα έχει βρεθεί ότι προκαλεί πρόωρη έναρξη κατά 1,5 έτους ανάλογα με τον αριθμό των τσιγάρων ημερησίως και με τα χρόνια καπνίσματος.
ΥστερεκτομήΜία υστερεκτομή όπου αφαιρείται η μήτρα με διατήρηση των ωοθηκών συνήθως δεν προκαλεί εμμηνόπαυση. Αν και η περίοδος σταματάει, οι ωοθήκες εξακολουθούν και παράγουν ωάρια και συνθέτουν οιστρογόνα και προγεστερόνη.
Μία ολική υστερεκτομή που συνοδεύεται από αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή προκαλεί εμμηνόπαυση, χωρίς περιεμμηνοπαυσιακή φάση.
Χημειοθεραπεία
Ακτινοθεραπεία
Αυτές οι αντικαρκινικές θεραπείες μπορούν να επάγουν εμμηνόπαυση, προκαλώντας συμπτώματα όπως εξάψεις κατά τη διάρκεια των θεραπειών ή μέσα σε τρεις με έξι μήνες μετά.
Πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια
Περίπου 1% των γυναικών θα εμφανίσουν εμμηνόπαυση πριν τα 40, προκαλούμενη από γενετικούς ή αυτοάνοσους παράγοντες, ή χωρίς αιτιολογία.
ΆλλαΥποσιτισμός, χορτοφαγία, ζωή σε μεγάλο υψόμετρο.

Επιπλοκές

Επιπλοκές
Καρδιαγγειακή νόσος (ΚΑΝ)Κατά τη μετεμμηνοπαυσιακή περίοδο, οι γυναίκες έχουν τρεις φορές μεγαλύτερο ρίσκο να πάσχουν από καρδιακή νόσο από την ομάδα των μη μετεμμηνοπαυσιακών στην ίδια ηλικία. Όταν εξετάζονται οι πιθανές αιτίες για την αύξηση στην ΚΑΝ στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, το κυρίαρχο εύρημα είναι το γεγονός ότι η ολική χοληστερίνη αυξάνεται σε γρήγορο ρυθμό μετά την εμμηνόπαυση. Αυτή η αύξηση στην ολική χοληστερόλη προκύπτει από αυξήσεις στα επίπεδα της χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτείνη χοληστερόλης (LDL), και στην λιποπρωτείνη-α (LP(a)). Μερικές αλλαγές στην ισορροπία της πήξης συμβαίνουν, ώστε η ροή του αίματος μειώνεται σε όλο το αγγειακό δίκτυο μετά την εμμηνόπαυση.
ΟστεοπόρωσηΚατά τα αρχικά χρόνια μετά την εμμηνόπαυση, τα οστά χάνουν πυκνότητα με ένα γρήγορο ρυθμό (2.5% ανά έτος), αυξάνοντας το ρίσκο οστεοπόρωσης. Τα οστά γίνονται πιο εύθρυπτα και αδύναμα, οδηγώντας τα σε ένα αυξημένο ρίσκο κατάγματος. Οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στα κατάγματα του ισχίου, του καρπού και της σπονδυλικής στήλης. Είναι σημαντικό κατά αυτό το χρονικό διάστημα η κατάλληλη πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D – γύρω στα 1200 με 1500 mg ασβεστίου και 800 ΙU βιταμίνης D ημερησίως.
Ουρογεννητική ατροφία / Koλπική ατροφίαΚαθώς οι ιστοί του κόλπου και της ουρήθρας χάνουν την ελαστικότητά τους, μπορεί να υπάρχει μία συχνή, απότομη, ισχυρή θέληση για ούρηση, ακολουθούμενη από μία ακράτεια ούρων, ή απώλεια ούρων μετά από βήχα, γέλιο ή ανύψωση βάρους (ακράτεια ούρων από stress). Η ατροφική κολπίτιδα είναι μία φλεγμονή του κόλπου που οφείλεται στην λέπτυνση και συρρίκνωση των ιστών και στην ελάττωση της εφύγρανσης των κολπικών τοιχωμάτων, οφειλόμενη στην απουσία των οιστρογόνων. Τα συμπτώματα συμπεριλαμβάνουν επώδυνο κόλπο και κνησμός, ελάττωση της γενετήσιας ορμής, δυσπαρεύνια (πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή), και αιμορραγία μετά από σεξουαλική επαφή.
Αύξηση βάρουςΠολλές γυναίκες κερδίζουν κιλά κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης. Πρέπει να περιορίζεται η ποσότητα του φαγητού – γύρω στις 200-400 λιγότερες θερμίδες ημερησίως – και να υπάρχει περισσότερη άσκηση, για τη διατήρηση του σωστού βάρους.
Μεταβολές Κεντρικού Νευρικού συστήματοςΗ στέρηση οιστρογόνων έχει σημαντικές επιδράσεις στον εγκέφαλο, όχι μόνο στο κύκλωμα του υποθαλάμου που ελέγχει την αναπαραγωγή, αλλά και σε μη αναπαραγωγικές διαδικασίες όπως επίγνωση, μάθηση, μνήμη και φυσιολογική θέση. Αυτές οι επιδράσεις μπορούν να εξηγηθούν από την διάσπαρτη κατανομή των υποδοχέων των οιστρογόνων σε όλο τον εγκέφαλο, που παρέχει νευροτροφική και νευροπροστατευτική δράση. Η στέρηση οιστρογόνων αυξάνει τον κίνδυνο της άνοιας, έκπτωση στη μνήμη και στη δυνατότητα σκέψης. Συναισθηματικές αλλαγές, υπερευαισθησία, αστάθεια διάθεσης είναι συχνά συμπτώματα των εμμηνοπαυσιακών γυναικών. Η συχνότητα των νευροεκφυλιστικών νόσων που συνδέονται με την ηλικία όπως η νόσος Alzheimer είναι συχνότερη μετά την εμμηνόπαυση.

Θεραπεία

Θεραπεία
Ορμονοθεραπεία (ΟΡΜ)Η Θεραπεία με οιστρογόνα παραμένει ως στιγμής η πιο αποτελεσματική θεραπευτική λύση για την ανακούφιση των εξάψεων.

Η μακροχρόνια ΟΡΜ (οιστρογόνα / προγεστερόνη) σχετίζεται με μειωμένη επικράτηση ή επίπτωση της ΚΑΝ κατά 25-50% από ότι χωρίς θεραπευτική αντιμετώπιση. Μία ποικιλία μηχανισμών μέσω των οποίων τα οιστρογόνα ασκούν την ευεργετική δράση στο καρδιαγγειακό σύστημα έχουν διευκρινιστεί. Αυτοί περιλαμβάνουν:
Επίδραση στο μεταβολισμό των λιποπρωτεινών και στο ινοδογόνο,
Αρτηριακή πίεση,
Ευαισθησία στην ινσουλίνη,
Επίδραση στην κατανομή του σωματικού λίπους, και
Η προστατευτική δράση των οιστρογόνων στα αιμοφόρα αγγεία.
Η ΟΡΜ μειώνει τα επίπεδα LDL-C κατά 10% περίπου και αυξάνει τα επίπεδα HDL-C κατά ένα παρόμοιο ποσοστό. Επιπρόσθετα, οι γυναίκες 50-59 ετών που χρησιμοποίησαν οιστρογόνα έχουν σημαντική λιγότερη στεφανιαία αρτηριακή στένωση και επεισόδια εμφραγμάτων από εκείνες που δεν έκαναν χρήση οιστρογόνων. Για μεγαλύτερες γυναίκες η ορμονοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερο ρίσκο παρά ωφέλεια.

Τα δεδομένα που αφορούν τη δυνητική δράση της ΟΡΜ στην πρόληψη των εγκεφαλικών επεισοδίων σε μεγαλύτερες γυναίκες είναι λιγότερο ξεκάθαρη. Μερικές μελέτες έχουν δείξει ότι η υποκατάσταση με οιστρογόνα σχετίζεται με μία μικρότερη θνητότητα από εγκεφαλικά επεισόδια όπως και με μικρότερη συχνότητα αυτών σε μεγαλύτερες γυναίκες.
Χαμηλής δόσης Αντικαταθλιπτικά ΦάρμακαΗ Venlafaxine (Effexor), ένα αντικαταθλιπτικό που σχετίζεται με την τάξη φαρμάκων που λέγεται εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης -selective serotonin reuptake inhibitors (SSRIs), φαίνεται ότι ελαττώνει τις εμμηνοπαυσιακές εξάψεις. Άλλα SSRI φάρμακα μπορεί να βοηθήσουν, συμπεριλαμβανομένου των: fluoxetine (Prozac, Sarafem), paroxetine (Paxil), citalopram (Celexa) και sertraline (Zoloft).
Διφωσφονικά ΦάρμακαΑυτά τα μη ορμονικά φάρμακα μπορεί να συστηθούν, περιλαμβανομένου της alendronate (Fosamax), risedronate (Actonel) and ibandronate (Boniva), με σκοπό την πρόληψη ή θεραπεία της οστεοπόρωσης. Αυτά τα φάρμακα μειώνουν δραστικά την οστική απώλεια και το ρίσκο των καταγμάτων και έχουν αντικαταστήσει τα οιστρογόνα ως κύρια θεραπεία της οστεοπόρωσης στις γυναίκες.
Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων οιστρογόνων (SERM).Μερικά οιστρογόνα λειτουργούν ως ανταγωνιστές σε μερικούς ιστούς και ως αγωνιστές σε άλλους. Για παράδειγμα, η ταμοξιφαίνη, που είναι ανταγωνιστής στο μαστό, δρα ως οιστρογονικός αγωνιστής στα οστά. Επομένως έχει ορισθεί ως ο πρώτος εκλεκτικός τροποποιητής των υποδοχέων οιστρογόνων (SERM) επειδή εμφανίζει ιστική επιλεκτικότητα. Το SERM raloxifene (Evista) λειτουργεί παρομοίως με την ταμοξιφαίνη στα οστά, μαστό και καρδιαγγειακό σύστημα αλλά εμφανίζει ελάχιστη αγωνιστική δραστηριότητα στην μήτρα. Η Raloxifene μιμείται τις ευεργετικές οιστρογονικές επιδράσεις στην οστική πυκνότητα σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, χωρίς την ύπαρξη μερικών κινδύνων που σχετίζονται με τα οιστρογόνα.
Κολπικά οιστρογόναΓια την ανακούφιση της κολπικής ξηρότητας, τα οιστρογόνα μπορούν να χορηγηθούν τοπικά χρησιμοποιώντας κολπικά δισκία, δακτυλίους ή κρέμα. Αυτή η θεραπεία απελευθερώνει μία μικρή ποσότητα οιστρογόνων, που απορροφιέται από τον κολπικό ιστό. Μπορεί να βοηθήσει την κολπική ξηρότητα, την ενόχληση κατά τη σεξουαλική επαφή και ορισμένα συμπτώματα εκ του ουροποιητικού.

Αντενδείξεις της ΟΡΜ

Απόλυτες αντενδείξεις

  • Αδιάγνωστη κολπική αιμορραγία
  • Σοβαρή ηπατική νόσος
  • Καρδιαγγειακή νόσος (ΚΑΝ)
  • Φλεβοθρόμβωση
  • Καλώς διαφοροποιημένο ενδομητριακό καρκίνο

Σχετικές αντενδείξεις

  • Κεφαλαλγίες ημικρανίας
  • Προσωπικό ιστορικό καρκίνου μαστού
  • Ιστορικό ινομυωμάτων
  • Άτυπη πορώδης υπερπλασία του μαστού
  • Ενεργός νόσος των χοληφόρων (Χολαγγειίτιδα, χολοκυστίτιδα)

Παρενέργειες της Ορμονοθεραπείας

  • Μερικές παρενέργειες όπως η κολπική αιμόρροια, ναυτία, κεφαλαλγία, και οίδημα μαστών. Η κολπικη αιμόρροια που παράγεται από την ΟΡΜ μπορεί να αντιμετωπιστεί με μείωση της δόσης των οιστρογόνων. Επίσης η αλλαγή από χάπι σε δερματικό επίθεμα μπορεί να προσφέρει ορισμένα οφέλη.
  • Πρόσφατες μελέτες έχουν προτείνει ότι η ΟΡΜ προξενεί αύξηση κατά 2 με 4 φορές του κινδύνου εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης και πνευμονικής εμβολής.
  • Μία μελέτη από το Harvard δείχνει ότι οι γυναίκες που είναι πάνω από την ηλικία των πενήντα πέντε που υποβλήθηκαν σε ορμονοθεραπεία για πάνω από πέντε χρόνια έχουν ένα αυξημένο ρίσκο για καρκίνο μαστού. Η ίδια μελέτη έδειξε ότι η βραχυπρόθεσμη χρήση της ορμονοθεραπείας δεν προσθέτει κάποιο κίνδυνο στην υγεία.

Οδηγίες

Υγιής καρδιά

  • Διακοπή καπνίσματος,
  • Περιορισμός της υψηλής αρτηριακής πίεσης,
  • Έλεγχος επιπέδων χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων
  • Τακτική αεροβική άσκηση, δίαιτα χαμηλή σε κεκορεσμένα λίπη και αφθονία σε ολικά σιτηρά, φυτικές ίνες, φρούτα και λαχανικά.
  • Διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους.
  • Έλεγχος σακχαρώδους διαβήτη
  • Αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης οινοπνεύματος

Υγιή οστά

  • Ασβέστιο και βιταμίνη D.
  • Ασκηση. Τακτική φυσική δραστηριότητα — ειδικά περπάτημα και τρέξιμο είναι ευεργετικά στην διατήρηση δυνατών οστών.
  • Φάρμακα. Μερικά φάρμακα, όταν λαμβάνονται σε τακτική βάση, μπορούν επίσης να προστατέψουν την υγεία των οστών. Αυτά περιλαμβάνουν φάρμακα όπως μία κατηγορία ουσιών γνωστών ως διφωσφονικά όπως είναι η alendronate (Fosamax) και risedronate (Actonel), όπως και η raloxifene (Evista), teriparatide (Forteo) and καλσιτονίνη.

Υγεία εγκεφάλου

  • Αύξηση των εγκεφαλικών δραστηριοτήτων
  • Μπορεί να χρειαστούν αντικαταθλιπτικά που πιθανώς βοηθούν με τα προβλήματα μνήμης.

Αναφορές

Πληροφορίες για επαγγελματίες

Πληροφορίες για επαγγελματίες
Εργαστηριακός έλεγχος και διάγνωσηΠέρα από την αύξηση στην FSH και LH, άλλες υποφυσιακές ορμόνες δεν επηρεάζονται. Ειδικά η αυξητική ορμόνη, η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη και φλοιοεπινεφριδιοτρόπος ορμόνη είναι φυσιολογικές. Τα επίπεδα της προλακτίνης μπορεί να είναι ελαφρώς ελαττωμένα γιατί επηρεάζονται από το επίπεδο των οιστρογόνων. Και η μετεμμηνοπαυσιακή ωοθήκη και τα επινεφρίδια συνεχίζουν την παραγωγή ανδρογόνων. Η ωοθήκη συνεχίζει να παράγει ανδροστενεδιόνη και τεστοστερόνη (επίπεδα πάνω από 20 ng/dL) αλλά όχι Ε2, και αυτή η παραγωγή είναι τουλάχιστον μερικώς εξαρτώμενη από την LH. Τα επίπεδα ανδροστενεδιόνης και τεστοστερόνης είναι μικρότερα σε γυναίκες που έχουν υποστεί αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή, με τιμές να κυμαίνονται στα 0.8 ng/mL και 10 ng/dL, αντίστοιχα. Τα επινεφρίδια εξακολουθούν να παράγουν ανδροστενεδιόνη, δεϋδροεπιανδροστερόνη (DHEA), και θειϊκή δεϋδροεπιανδροστερόνη (DHEAS). Πρωτογενώς ως λειτουργία της γήρανσης, τα επίπεδά τους ελαττώνονται, εάν και η έκκριση κορτιζόλης παραμένει ανεπηρέαστη.
ΟρμονοθεραπείαΗ ΟΡΜ γενικά παρέχει χαμηλές δόσεις ενός ή παραπάνω οιστρογόνων μαζί με προγεστερόνη ή ένα χημικό ανάλογο, που ονομάζεται προγεστίνη. Επίσης μπορεί να προστεθεί τεστοστερόνη. Η δοσολογία κυμαίνεται κυκλικά, με καθημερινή λήψη οιστρογόνων και λήψη προγεστερόνης ή προγεστίνης για περίπου δύο εβδομάδες κάθε μήνα ή δύο μήνες. Παρόλα αυτά, η ΟΡΜ μπορεί να παρέχει μεγάλη ποσότητα οιστρογόνων σε γυναίκες στην αρχή της εμμηνόπαυσης που έχουν ακόμα περίοδο και που μπορεί να παράγουν ακόμη οιστρογόνα.
Η απόφαση του να γίνει χρήση ή όχι της ΟΡΜ μπορεί να είναι δύσκολη. Οι ιατροί πρέπει να εκτιμήσουν τη σοβαρότητα των εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων και να συγκρίνουν τον κίνδυνο προσβολής από καρδιαγγειακή νόσο ή οστεοπόρωση με τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού. Eαν και η ΟΡΜ με προγεστίνη και ίππεια οιστρογόνα ήταν κάποτε αποδεκτό ότι βελτίωνε την καρδιαγγειακή υγεία στις γυναίκες, το 2004 η Αμερικάνικη Καρδιολογική Εταιρεία εξέδωσε οδηγίες δηλώνοντας ότι δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως παράγοντας προώθησης της υγείας της καρδιάς ή μείωσης του κινδύνου της καρδιαγγειακής νόσου. Ο κίνδυνος στεφανιαίας καρδιακής νόσου φαίνεται να σχετίζεται με την ηλικία και τα χρόνια από την έναρξη της εμμηνόπαυσης, Γυναίκες ηλικίας 50-59 ετών υπό ΟΡΜ φαίνεται να δείχνουν μία μικρή τάση προς χαμηλότερο κίνδυνο της καρδιαγγειακής νόσου, όπως και οι γυναίκες που βρίσκονται μέσα στα πέντε χρόνια από την έναρξη της εμμηνόπαυσης. Επιπλέον, συμπεράσματα από μία πολυκεντρική μελέτη (WHI 2202) ήταν ότι η συνδυασμένη ΟΡΜ παρουσίαζε κινδύνους (καρκίνο μαστού, στεφανιαία καρδιακή νόσος, εγκεφαλικά επεισόδια και πνευμονική εμβολή) που υπερσκελίζουν τα μετρημένα οφέλη (οστεοπόρωση, καρκίνος παχέος εντέρου).
Μία μεγάλη μελέτη δημοσιευμένη στο the Lancet συνέκρινε τα αποτελέσματα από την λήψη με χάπια έναντι στη διαδερμική λήψη (κυρίως 17β-οιστραδιόλη, η βιο-ομοιότυπη ανθρώπινη οιστραδιόλη) και βρήκαν ότι η λήψη με χάπια συσχετιζόταν με μία αύξηση κατά 3 φορές στον κίνδυνο νόσων φλεβοθρόμβωσης (θρομβοφλεβίτιδα, πνευμονική εμβολή), ενώ το δερματικό επίθεμα δεν παρήγαγε αυξημένο κίνδυνο. Αυτή η διαφορά οφειλόταν μάλλον στο ότι τα τρανσδερμικά οιστρογόνα απορροφούνται άμεσα στο αίμα ενώ τα οιστρογόνα που λαμβάνονται δια της στοματικής οδού επεξεργάζονται και μεταβολίζονται στο ήπαρ πριν απελευθερωθούν στην κυκλοφορία.
ΟΡΜ και Νόσος Alzheimer. Υπάρχουν ενδείξεις που προτείνουν την ευεργετική δράση των οιστρογόων στη λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος.
ΟΡΜ και Νόσος Parkinson. Σε σχετικές μελέτες, η υποκατάσταση με οιστρογόνα έχει δείξει ελάττωση των συμπτωμάτων της νόσου και της δοσολογίας της levodopa σε ορισμένες γυναίκες.
Η πλειονότητα των μελετών για την εκτίμηση της σχέσης της τρέχουσας ή πρόσφατης ΟΡΜ και τις επιδράσεις της στο καρκίνο του παχέος εντέρου έχουν δείξει μία μείωση του ρίσκου κατά ένα τρίτο.
Διαβήτης και ΟΡΜ. Μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη έχουν αυξημένο κίνδυνο για ΚΑΝ. Μερικές μελέτες προτείνουν ότι η ΟΡΜ μειώνει τον κίνδυνο ΚΑΝ σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με διαβήτη. Μέτριες ποσότητες οιστρογόνων είναι γνωστό ότι αυξάνουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη και αυτό μπορεί να είναι ωφέλιμο για ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.
Άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις
Ο ιδανικός SERM για την εμμηνόπαυσηΥπό ιδανικές συνθήκες, η χρήση των SERMs θα έπρεπε να πέφτουν σε 2 κατηγορίες (Πίνακας). Η πρώτη θα ανακούφιζε τα συμπτώματα από την οιστρογονική ανεπάρκεια και θα βελτίωνε την ποιότητα της ζωής σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Η δεύτερη, πιο επιλεκτική χρήση θα στόχευε τις οιστρογονικές επιδράσεις ενός SERM σε ένα οργανικό σύστημα (πχ. Μαστός). Για την μετεμμηνοπαυσιακή υγεία, το ακόλουθο θα ήταν το ιδανικό σενάριο για την δράση του SERM: αγωνιστική δραστηριότητα στον εγκέφαλο, στα οστά, καρδιαγγειακό σύστημα, κόλπος και ουροποιητικό σύστημα, και ανταγωνιστική δράση στο μαστό και στη μήτρα.

Επιδράσεις της οιστραδιόλης και SERMs σε ποικίλα οργανικά συστήματα σχετικά με την μετεμμηνοπαυσιακή χρήση.

ΕγκέφαλοςΜήτραΚόλποςΜαστόςΟστάΚαρδιαγγ. Σύστημα
Οισταδιόλη++++++++++++
Καθαρό Αντιοιστρογ.
Ιδανικό SERM ++++++++
Tamoxifen+++
Raloxifene++
Isoflavones++-++
error: